Πέμπτη 31 Μαρτίου 2011

νέκρα




 Σήμερα πήγα βόλτα στο νεκροταφείο εδώ κοντά. ΄Οχι σ' εκείνο που έχω προσωπικούς λόγους να πηγαίνω. Εκεί δεν πατάω προς το παρόν το πόδι μου. Σ' αυτό της γειτονιάς πήγα. Βόλτα στα μνήματα, με καφέ στο χέρι και τσιγάρο. Να χαζέψω λίγο.

 Με λύπη μου διαπιστώνω πως, σ' αυτό εδώ το νεκροταφείο τουλάχιστον, υποχωρεί σιγά - σιγά το κιτς του πένθους. Οι νέοι τάφοι γίνονται, αισθητικά, ολοένα καλύτεροι, πιο λιτοί, χωρίς πολύ λουλουδικό και χωρίς πολλές νεκρολογίες. ΄Ενα όνομα, μια ημερομηνία, μια ηλικία το πολύ και τελειώσαμε. Ούτε φωτογραφίες, ούτε πολλές υποδοχές για γλάστρες ανθοκομικής υπερδιέγερσης. Συχνά, τα μάρμαρα είναι σκούρα και όχι λευκά, και κάποιο σύμβολο, ας πούμεν ντε, αφαιρετικό, ένα γλυπτό, ένα χάραγμα, συντονίζει το θάνατο με την λιτότητα που του ταιριάζει. Εγώ όμως στέκομαι στους άλλους τάφους. Αυτούς που ξεχειλίζουν από υπερδιακόσμηση, σαφείς συμβολισμούς, ποιήματα, λουλούδια, αγάλματα, φωτογραφίες, βιογραφικά στοιχεία, ακόμα και προσωπικά αντικείμενα.

 Και να οι παιδικοί και εφηβικοί τάφοι. Σε έναν είχε γλυπτούς τους επτά νάνους, σε έναν άλλο ένα ποτήρι του ΑΠΟΕΛ. Μερικοί είναι σπιτάκια ολόκληρα με τα απολύτως απαραίτητα και τα πιο εντυπωσιακά περιττά. Μια καρέκλα, αλλά και κουκλάκια, η Μπάρμπι γοργόνα, ένα ελεφαντάκι, ένα μπιμπερό.
 Και να οι παλιοί τάφοι. Εδώ οι κομμώσεις των νεκρών στις φωτογραφίες είναι 70's. Κυρίες με κότσο λάχανο, ασπρόμαυροι νεαροί με φαβορίτες. Πιο κάτω η μόδα αλλάζει. Κύριοι από έγχρωμες εξόδους σε νυχτερινά κέντρα με το λουλούδι του σκυλάδικου στο πέτο, το ίδιο (και λένε πως είναι ακριβώς του ίδιου νταλαβεριού) που τους αντάμωσε στην κηδεία. Οι χαμογελαστοί νεκροί με αφήνουν ακόμα πιο αμήχανο. Γελάνε για πάντα καθώς συνεχίζω το δρόμο μου σκοντάφτοντας συνεχώς σε κουβάδες για πότισμα. Πάντως προσέχω να μην πατήσω πάνω σε τάφο. Τα διαχωριστικά καγκελάκια βοηθούν. Υπάρχουν όμως και παγίδες. Πρέπει να προσέχω. Που και που ένα φούσκωμα στο χώμα, σαν να πήρε ανάσα η γη και την κράτησε μέχρι να σκάσει, μωβ κορδελίτσες και πρόχειροι σταυροί για τους φρεσκοφυτεμένους.
 Και να τα ποιήματα. Τα περισσότερα κοινότοπα, μερικά ίδια ακριβώς. Σαν στιχάκια φτηνού ημερολογίου. Κάποια συγκινητικά, κάποια απογητευτικά διότι αδυνατούν να αποδώσουν το μέγεθος των περιστάσεων. "΄Ησουν καλός πατέρας. Δεν θα σε ξεχάσουμε ακριβέ μου. Τώρα που είσαι με τους αγγέλους..." και τέτοια. Αλλά και "να 'ξερες πως σπαράζουν τα μέσα μου για σένα", που είναι σαφώς προτιμότερο από τραγούδια του Σφακιανάκη. (Διότι και τέτοια έχει.) Νομίζω κάπου είχε και ένα του Νίνο. (΄Όχι του Ρότα).

 Αλήθεια πως θα ήθελα τον τάφο μου;

 Πρώτα πρώτα δεν θα ήθελα τάφο. Θα ήθελα να με εξατμίσουν ή να με κάψουν και να με πετάξουν πάνω από την Αθήνα των παιδικών μου χρόνων. ΄Η να ρίξουν τη στάχτη λίπασμα στον τάφο της μάνας μου. Να ρουφήξει το χώμα, να δούνε τι λουλούδι θα βγει εκεί.
 Αλλά αν δεν γινόταν αλλιώς, θα ήθελα ένα μνημείο, να δείχνει λίγο και ποιος ήμουν. ΄Ενα κουτί μεγάλο σαν δωμάτιο. Μέσα να γίνονται προβολές από τη ζωή μου, ταινίες από τα παιδικά χρόνια που έχω πολλές, πειραγμένες φωτογραφίες, μουσική προεπιλεγμένη από μένα και να καραδοκούν φωτισμοί κρυφοί και φανεροί, όλοι λοξοί όμως. Και χρώματα, με επικρατέστερο το πορτοκαλί. Και καναπέδες μωβ να κάθονται οι επισκέπτες. Κι ένα μπαράκι self - service να πίνουν το ποτό τους. Να μεθάνε, και αν θέλουν, να κάνουν και έρωτα. ΄Ενα dark room, όχι πολύ dark. Εν ολίγοις, ένα κανονικό κλαμπ.

 Αλλά επειδή αυτά, κακώς, δεν γίνονται, ας προσγειωθώ σ' ένα συνηθισμένο τάφο, το γνωστό σχήμα κρεβάτι, παρακαλώ όχι άσπρο, σκούρο γκρι ίσως και με τα γράμματα του ονόματός μου πορτοκαλί: ΦΩΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗΣ. ΗΘΟΠΟΙΟΣ. (αυτό ας μπει, δεν με χαλάει). Και από κάτω η ημερομηνία λήξης μου. Να συμπληρωθεί.

 Και πρέπει να σκεφτώ και μια ατάκα, κάτι να κάνει τον διαβάτη να σταθεί, να σκεφτεί ή να νιώσει τα ανάμεικτα. Να με λυπηθεί που πέθανα, να με λυπηθεί που το παλεύω ακόμα χωρίς αξιοπρέπεια, να μη με λυπηθεί αλλά να με θαυμάσει για το τσαμπουκά μου να δηλώνω παρών, δεν ξέρω. Αυτή είναι η αξία τέτοιων δηλώσεων. Να συγκινήσεις. Να συν-κινήσεις. Να σε σκεφτεί αυτός που κοντοστέκεται, όχι σαν νεκρό, αλλά σαν πρώην ζωντανό. Να επικοινωνήσεις μέσα από το επέκεινα. Εγωιστικά, να προσάψεις ευθύνες (σε ποιον άραγε;) για το απαράδεκτο της ζωής. Να ζητήσεις τα ρέστα. Να σοκάρεις, αν σοκάρεται κανείς πια. Να κάνεις έντονη την παρουσία σου, σε μια απελπιστική τελευταία προσπάθεια να μην ξεχαστείς. Ανθρώπινο!

 Στον τάφο μου να γράψετε:

 "ΜΗ ΜΕ ΞΕΧΑΣΕΤΕ" ή "ΘΕΛΩ ΝΑ ΖΗΣΩ" ή "ΕΔΩ ΛΙΩΝΕΙ ΚΙ Ο ΠΟΥΤΣΟΣ ΜΟΥ" και όταν περάσουν τα τρία χρόνια να γίνει "ΕΔΩ ΕΛΙΩΣΕ ΚΙ Ο ΠΟΥΤΣΟΣ ΜΟΥ", ή "ΤΙ ΚΟΙΤΑΣ ΡΕ; ΚΙ ΕΣΥ ΘΑ ΠΕΘΑΝΕΙΣ!" ή "ΓΑΜΙΕΤΑΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ, ΠΕΡΝΑΜΕ ΚΑΛΑ" ή ένα απλό βιβλικό "ΤΕΤΕΛΕΣΤΑΙ". Θα σκεφτώ κι άλλα και βλέπετε.

Φώτης Αποστολίδης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου