Τετάρτη 18 Μαΐου 2016

η Εύα ξανασταυρώνεται




     H Εύα είναι underground επειδή ζει σε ένα υπόγειο. Επειδή έτσι έζησε. Η παράσταση είναι underground επειδή δεν θα μπορούσε να είναι κάτι άλλο. Θέλει μεγάλα αρχίδια για να καταφέρεις να το αναπαραστήσεις, χωρίς να γίνεις γραφικός. Είναι δύσκολο. Εδώ όμως είναι εύκολο: η Εύα δεν επινόησε κάτι, απλώς ο σκηνοθέτης την έβαλε στο κάδρο της, αυτό που περιφέρει σαν σε ανίερη λιτανεία και πλαισιώνει τη μορφή της. Πρόσωπο και ώμοι. Κεφάλι για περούκες σε σκοτεινό καμαρίνι. "Σταυροί στον ύπνο, Παναγιές από χρυσάφι".

     Και πάμε στα δύσκολα.

     Οι ηθοποιοί παλεύουμε για την αμεσότητα (όσοι καιγόμαστε γι' αυτήν). Κι όσοι λίγο ή πολύ την έχουμε, βασανιζόμαστε όταν η ατάκα μας δεν έχει αλήθεια, όταν συντρίβεται μέσα στην υποκριτική μας αγωγή ή από την εμμονή των ανθρώπων της δουλειάς να μην μιμούμαστε τη ζωή, αλλά την θεατρική πράξη! Η Εύα, που δηλώνει πως ΔΕΝ είναι ηθοποιός, καταφέρνει να λέει κάθε βράδυ την ίδια ιστορία, σαν να τη λέει για πρώτη φορά: με όλες τις φυσικές (και ευχάριστες) ατέλειες του προφορικού λόγου. Και η έλλειψη θεατρικής εμπειρίας δεν ενοχλεί. Το σώμα δεν κινείται στον χώρο με ιδιαίτερη προσοχή, αλλά ποιος νοιάζεται... Το πρόσωπο και ο λόγος δίνουν ρεσιτάλ. Κάδρο. Και ηχείο χωρίς πολλές τεχνικές αυξομειώσεις. Μόνο αλήθεια. Reality με ευαισθησία.

     Η Εύα καταφέρνει να λέει την ιστορία της ξανά και ξανά. Να σταυρώνεται σε κάθε παράσταση. Αλήθεια ποιος αντέχει να λέει την ιστορία του ξανά και ξανά; Βιωματικό θέατρο θα μου πεις. Ναι, μα το κείμενο δεν είναι μόνο τα λόγια της, είναι η ζωή της. Και δεν μιλάμε για εύκολη ζωή. Μιλάμε για ζωή για γέλια και για κλάματα. Ποια ζωή δεν είναι για γέλια και για κλάματα, θα μου πεις...

     ΄Άλλο να θυμάσαι τη ζωή σου, σε δόσεις, και να γελάς και να κλαις, κι άλλο να την κάνεις παράσταση. Σπουδαίοι ηθοποιοί θα ζήλευαν την ερμηνεία της. Αποφάσισε να τολμήσει και να πει όλη την αλήθεια. Να σταυρωθεί μπροστά μας, χωρίς την παραμικρή ελπίδα πως θα αναστηθεί. Να συμφιλιωθεί με τον θάνατο.
     "΄Όταν πεινάω και κρυώνω, λίγο με ενδιαφέρει η τέχνη" έλεγε η Μ. Δεν είχα καμία καλλιτεχνική αξίωση και σαν μην είχε κι η Εύα. Κι όμως τα κατάφερε και σ' αυτό: αφαιρώντας τα φύλα της, προσχωρώντας σε μια live συνθηκολόγηση με τη γελοιότητα του φαινομένου τη ζωής και με τον Πόνο. Καμία φάρσα, κανένα μελό. Καμία σύμπτωση. (Και μικρέ... κανένας σκοπός!)

     Ανθρωπάρια έλεγε η Μ.. Κουραδομηχανές έλεγε η Εύα. Θα πεθάνει. Δεν θα αναστηθεί. Μα ελπίζει πως μέσα από την αλήθεια θα αγαπηθεί.

    Εύα μην ελπίζεις. Συμβαίνει. Σ' αγαπάω.

  

Φώτης Αποστολίδης





    

Πέμπτη 5 Μαΐου 2016

η νηπιαγωγός και το γουρούνι


    
     ΄Ελα μωρέ, κι εμείς με επικίνδυνους δασκάλους μεγαλώσαμε. Θυμάμαι στο Λανίτειο την καθηγήτρια των γαλλικών να ρωτάει στα ελληνικά "τι εννοάς;'', τον φιλόλογο να μας λέει να μην ακούμε βλακείες πως ο Καβάφης ήταν ομοφυλόφιλος, και προτιμούσε την ποίηση του Πολέμη:

"Τί εἶναι ἡ πατρίδα μας; Μὴν εἶν᾿ οἱ κάμποι;
Μὴν εἶναι τ᾿ ἄσπαρτα ψηλὰ βουνά;
Μὴν εἶναι ὁ ἥλιος της, ποὺ χρυσολάμπει;
Μὴν εἶναι τ᾿ ἄστρα της τὰ φωτεινά;"

     Ο άλλος ο φιλόλογος, των Νέων Ελληνικών, ήταν τελείως αμόρφωτος και είχε το θράσος να ζητά να του πούμε τι σημαίνει το ποίημα, και εγώ αντιδρούσα, διότι ήξερα από παιδί πως το ποίημα ΔΕΝ σημαίνει, ΕΙΝΑΙ. Είχε επίσης την άποψη πως η έκθεση Ιδεών πρέπει να έχει πρόλογο, κυρίως θέμα και επίλογο. Τέτοιος μαλάκας. Η θρησκευτικού, με την αξύριστη μασχάλη, έλεγε πως ο αυνανισμός είναι αμαρτία, το νου της εκεί τον είχε, πως το γυρόφερνε το θέμα και μας καύλωνε κάθε φορά, δεν θυμάμαι. Μην πάω πιο πίσω και θυμηθώ στο γυμνάσιο και στο δημοτικό τι σούργελα είχαμε (πως να ξεχάσω τον γεωγράφο που δεν ήξερε που είναι το Μπαγκλαντές, αλλά το δίδασκε) και τι λίγες οι εξαιρέσεις που έγραψαν πάνω μας σαν τροχιές με κιμωλία στον πίνακα: ο μαθηματικός που ολοκλήρωνε τις εξισώσεις με ποιήματα, η φιλόλογος που μας έβαζε να πενθούμε τους ποιητές, κάθε φορά που κάποιος έφευγε για εκεί. Τελετές εκτός διδακτέας ύλης, το καλύτερό μου. Μην πω και στο πανεπιστήμιο τι συνάντησα και σιχάθηκα: έναν βυζαντινολόγο κακιασμένο που μόνο να γκρινιάζει ήξερε και η συμφοιτήτριά μου, ένα ξανθό διανοούμενο "μαύρης κοπής" γκομενάκι να ρίχνει ψιθυριστά μπινελίκια: ''δεν σε γάμησε η γυναίκα σου μαλάκα πρωί πρωί και ήρθες να ξεσπάσεις πάνω μας;''. Γιατί η άλλη με τη διατριβή στους κεφαλόδεσμους; Αυτή έφερνε μαζί της και την κεραία της τηλεόρασης για να δείχνει στις προβολές τις λεπτομέρειες στα ψηλά, μην τυχόν και μπερδέψουμε κανένα λουλουδικό και νομίσουμε πως δεν είναι δυτικής Πελοποννήσου και το ταυτίσουμε με κανέναν Ισθμό σε καμία Κόρινθο.

     Μήπως όμως και οι μαθητές ή οι φοιτητές δεν ήταν, πλην των ευλογημένων εξαιρέσεων, ένα κοπάδι από χαζά; Στο Λύκειο η αριστούχος μαθήτρια πρώτο θρανίο πίστα να χαίρει εκτίμησης για τη συνέπεια και τη μνήμη της (όχι για το μυαλό και τη φαντασία της), σίγουρα σήμερα θα έχει διαπρέψει περισσότερο από μένα, κι ας ψήφισα εγώ να μπει το ποίημά της στο λεύκωμα, ενώ εκείνη το δικό της, ίσως το έκανα και με τη βεβαιότητα πως η συντριπτική πλειοψηφία θα ψηφίσει το δικό μου (όπως και έγινε), ίσως και από καθαρή, βαθιά, ανείπωτη (και τώρα που ξεμπουρδελέψαμε τελείως τη λέω) ευγένεια. Τριγύρω κάτι βλαχαδερά άσχετα και κάτι φασιστόμουτρα και εγώ να κάνω παρέα με το παιδί που είχε τον πιο παράταιρο βηματισμό: το πιο χαμένο, το πιο αυτιστικό λόγω καθαρής εφηβικής ένστασης στο άθλιο σύστημα του σχολείου, στο οποίο υποδυόμουν ρόλους: κύριος στα φιλολογικά, αλήτης στα υπόλοιπα. Μπαινόβγαινα για να επιβιώσω.

     Προς τι λοιπόν η έκπληξη, που η νηπιαγωγός αποφάσισε να επαναφέρει εις μνήμην αδικοχαμένου πολίτη το παιχνίδι με το γουρούνι; Τι θα ανασύρει η βλακεία, αν όχι το πιο ηλίθιο και βάρβαρο σπορ μιας παράδοσης για την οποία θα έπρεπε να ντρεπόμαστε; Με άθλια, ανορθόγραφα ελληνικά η νηπιαγωγός μας δίνει να καταλάβουμε αυτό που η μάζα αρνείται να δει: τα παιδιά στα σχολεία είναι εκτεθειμένα στη βλακεία του καθενός και στην καλή τύχη της εξαίρεσης. Ο πατέρας μου, μου έλεγε: ''μην τυχόν και φέρεις άριστα, θα θυμώσω". Για τον πατέρα μου το "άριστα" σήμαινε αφομοίωση και γνώση άχρηστη. Στο σπίτι πιο πολλά έμαθα. Λεπτομέρειες για την κίνηση των χεριών της Πάβλοβα, όλες τις πρωτεύουσες, αλλά με τις ιστορίες τους, τους μύθους του Αισώπου, τον Ευριπίδη, τον Καρυωτάκη. 8 ετών.

     Αν είχα παιδί δεν θα το έστελνα σχολείο και θα είχα πρόβλημα με το νόμο. Ευτυχώς δεν έκανα, και απ' ό,τι φαίνεται δεν θα κάνω, να μη μπλέκω σε φασαρίες. Βαριέμαι.

     Βεβαίως ως εραστές της μπριζόλας διαμαρτυρόμαστε και επειδή πρέπει να ακούμε και την άλλη άποψη, ας σκεφτούμε πως μία εκπαιδευτικός κρατά ζωντανή την παράδοση. "Τρέξιμο γουρουνιού", "ταλαιπωρία γάτας", "ασφυξία κουνελιού", "μάζωμα κροταλία", "φάλαγγα περιστεριού", "στραμπούληγμα καμηλοπάρδαλης", "μαρτύριο σταγόνας σε χελώνα", "κρυφτό γυμνοσάλιαγκα", "κατούρημα πέρδικας". Μια χαρά.

     Φώτης Αποστολίδης